- ἐπιτίθεσθαι
- ἐπιτίθημιlaypres inf mp
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επάναγκες — ἐπάναγκες (Α) (ουδ. τού άχρ. επιθ. ἐπανάγκης, ες) 1. (με ή χωρίς το εστί) είναι αναγκαίο, απαραίτητο, επιβεβλημένο 2. επίρρ. αναγκαστικά, απαραίτητα, αναπόφευκτα («τούτοις ἐπάναγκες περὶ τῶν πραγμάτων λέγειν», Αισχίν.) 3. φρ. τὰ ἐπάναγκες τα… … Dictionary of Greek
λυκεία — Προσωνυμία της Άρτεμης στην Τροιζήνα, όπου υπήρχε και ναός της θεάς πίσω από το θέατρο. Ιδρυτής του ναού ήταν ο Ιππόλυτος, γιος του Θησέα. Η Άρτεμη επονομάστηκε Λ., επειδή είχε βοηθήσει τον Ιππόλυτο να απαλλάξει την περιοχή τις Τροιζηνίας από τις … Dictionary of Greek